NEWSFLASH...
Επιχειρήσεις & Know-how
ανάγνωση

Το φτωχό αγροτόπαιδο από την Κορέα που ίδρυσε την Hyundai

Το φτωχό αγροτόπαιδο από την Κορέα που ίδρυσε την Hyundai
Φωτογραφία: Technical Sergeant Renee` Sitler

Ένα φτωχό αγροτόπαιδο από μια περιοχή που σήμερα ανήκει στη Βόρεια Κορέα προσπαθεί να ξεφύγει από την φτώχεια. Μετά από πολλές απόπειρες να το «σκάσει» από το αγρόκτημα της οικογένειας του, η μοίρα, το ταλέντο αλλά και μια... αγελάδα - που θα «ξεπληρώσει» μετά από χρόνια - τον οδηγούν να ιδρύσει έναν από τους μεγαλύτερους κορεατικούς ομίλους: την Hyundai.

Ο Chung Ju-yung θα γεννηθεί στην επαρχία Kangwon της σημερινής Βόρειας Κορέας, στο χωριό Asan, τον Νοέμβριο του 1915, σε μια εποχή που η κορεατική χερσόνησος βρίσκεται υπό ιαπωνική επικυριαρχία. Αποτελώντας το όγδοο και μεγαλύτερο παιδί μιας φτωχής οικογένειας, οι γονείς του Chung είναι απλοί αγρότες, με τον πατέρα του να καλλιεργεί ρύζι και λαχανικά και τη μητέρα του να ασχολείται με το νοικοκυριό και να μεγαλώνει μεταξοσκώληκες για να υποστηρίξει το οικογενειακό εισόδημα.

Ο Chung θα καταφέρει να τελειώσει το δημοτικό σχολείο, κάτι που, για ένα αγόρι από αγροτική οικογένεια στη δεκαετία του '20, αποτελεί ένα σημαντικό επίτευγμα, καθώς οι περισσότεροι αγρότες δεν έχουν βγάλει καν το σχολείο. Ο ίδιος θέλει να σπουδάσει περισσότερο για να γίνει δάσκαλος - πιθανότατα την υψηλότερη κοινωνική θέση στην οποία θα μπορούσε να φιλοδοξεί πως θα φτάσει ένα αγροτόπαιδο στις αρχές της δεκαετίας του 1930. Αλλά η οικογένεια του δεν μπορεί να πληρώσει για περαιτέρω σπουδές.

Κάπως έτσι, θα αναγκαστεί να μείνει σπίτι για να υποστηρίξει τις αγροτικές δουλειές. Εντούτοις, δεν μπορεί να αφήσει πίσω το όνειρο του να φύγει από το αγρόκτημα και να κάνει κάτι μεγάλο και σημαντικό. Άλλωστε, το ταλέντο του γύρω από το επιχειρείν έχει αρχίσει να δείχνει τα πρώτα δείγματα του, κατά τη διάρκεια των ταξιδιών που πραγματοποιεί για να πουλήσει ξύλο. Οι γρήγοροι ρυθμοί που βλέπει στις πόλεις μαζί με τα τα άρθρα των εφημερίδων που διαβάζει, πυροδοτούν τη φαντασία του, όντας κουρασμένος και από τη φτώχεια που πρέπει να υπομείνει.

Ο Chung θα προσπαθήσει αρκετές φορές να «αποδράσει» από την αγροτική ζωή και την οικογένεια του. Την πρώτη, σε ηλικία δεκαέξι ετών, ο ίδιος και ένας φίλος του ξεκινούν για ένα μεγάλο ταξίδι μέσα από επικίνδυνες κοιλάδες για να φτάσουν στην πόλη Kowon, όπου πιάνουν δουλειά ως εργάτες σε οικοδομές, για πολλές ώρες, με δύσκολα ωράρια και χαμηλή αμοιβή. Σε κάθε περίπτωση, ο Chung απολαμβάνει το γεγονός ότι μπορεί να κερδίσει τα δικά του χρήματα. Αυτό κρατάει για δύο μήνες, μέχρι που τους ανακαλύπτει ο πατέρας του.

Τη δεύτερη φορά, καταστρώνει ένα διαφορετικό σχέδιο: να δραπετεύσει προς την Seoul. Με δύο ακόμη φίλους του, το θέτει σε εφαρμογή τον Απρίλιο του 1933. Όμως, το ταξίδι δείχνει πως θα στεφθεί με αποτυχία, ιδίως όταν ένας από την παρέα εντοπίζεται από τον αδελφό του. Ακόμη περισσότερη κακοτυχία χτυπά όταν ένας ξένος τους υπόσχεται θέσεις εργασίας και τους παίρνει τα λεφτά. Η προσπάθεια φτάνει στο τέλος της όταν ο πατέρας του Chung τους εντοπίζει να μένουν στο σπίτι του παππού του.

Ακολουθεί μια ακόμη προσπάθεια. Ο Chung παίρνει τα 70 γουόν που έχει κερδίσει ο πατέρας του μετά την πώληση μιας αγελάδας, ένα εξαιρετικά σημαντικό ποσό για εκείνη την εποχή, και φεύγει από το σπίτι. Με αυτά τα χρήματα καταφέρνει να βγάλει ένα εισιτήριο για το τρένο με προορισμό τη Seoul. Εκεί, γράφεται σε μια σχολή, ελπίζοντας να ξεκινήσει καριέρα ως λογιστής. Τα πράγματα κυλούν ομαλά για δύο μήνες, μέχρι που ο πατέρας του καταφέρνει - για μια ακόμη φορά - να τον εντοπίσει.

Σε ηλικία 18 ετών κάνει μια ακόμη προσπάθεια. Μια νύχτα, φεύγει από το σπίτι και ταξιδεύει μέχρι τη Seoul. Εκεί, κάνει κάθε δουλειά που μπορεί να βρει. Τελικά, καταλήγει σε ένα κατάστημα ρυζιού, όπου γίνεται αναπόσπαστο μέρος και προάγεται σε λογιστή, μέσα στους πρώτους 6 μήνες. οδηγεί το κατάστημα στην ευημερία και, αφότου ο ιδιοκτήτης αρρωσταίνει βαριά, το κληρονομεί. Το κατάστημα αναπτύσσεται μέχρι τις αρχές του 1939, όταν η Ιαπωνία, στις πολεμικές της προσπάθειες για να εξασφαλίσει προμήθειες ρυζιού, διακόπτει τις δραστηριότητες του.

Ο Chung επιστρέφει στο σπίτι του και μείνει εκεί έως το 1940, αλλά, χωρίς να έχει κανένα ενδιαφέρον για να ασχοληθεί με τις αγροτικές επιχειρήσεις, αποφασίζει να επιστρέψει στη Seoul. Μετά από κάποιες σκέψεις, καταλήγει πως πρέπει να ανοίξει ένα συνεργείο. Το εγχείρημα είναι επιτυχές και σύντομα απασχολεί 70 υπαλλήλους. Ωστόσο, το 1943 η ιαπωνική κυβέρνηση συγχωνεύει την επιχείρηση με ένα εργοστάσιο χάλυβα και τον αναγκάζει να αφήσει το όνειρό του. Για άλλη μια φορά, παίρνει το τρένο και επιστρέφει στο αγρόκτημα της οικογένειας του.

Όταν η Κορέα αποκτά ανεξαρτησία από την Ιαπωνία το 1946, ο Chung βλέπει μια νέα ευκαιρία. Επιστρέφει στη Σεούλ για να επωφεληθεί από την μεταπολεμική ανοικοδόμηση και φτιάχνει την Hyundai (που σημαίνει «νεωτερισμός»). Κερδίζει πολλά σημαντικά συμβόλαια, με τους κορεατικούς πυρηνικούς σταθμούς και τους σιδηροδρόμους. Ο αδελφός του μιλάει καλά αγγλικά και έτσι εξασφαλίζουν ορισμένες αμερικανικές στρατιωτικές συμβάσεις. Από εκεί, η Hyundai «μπαίνει» στο δρόμο για να γίνει ένας από τους μεγαλύτερους και πιο επιτυχημένους κορεατικούς ομίλους.

Κατά τη διάρκεια της βορειοκορεατικής εισβολής του 1950, ο Chung εγκαταλείπει τα κατασκευαστικά έργα και φεύγει με τον μικρότερο αδερφό του προς την Busan, για ασφάλεια. Συνεχίζει να αναπτύσσει την εταιρεία, συγκεντρώνοντας κάθε είδους δουλειά που μπορεί να πάρει από τις δυνάμεις των Ηνωμένων Εθνών και το Υπουργείο Μεταφορών της Κορέας. Μόλις η Seoul ανακτάται από τις δυνάμεις του ΟΗΕ, ο Chung ιδρύει ξανά την εταιρεία και συνεχίζει να συγκεντρώνει ακόμη περισσότερη δουλειά από τους Αμερικανούς.

Σύμφωνα με τα κορεατικά μέσα, ορισμένα από αυτά τα έργα - που εκτελούνται με αξιοσημείωτη ταχύτητα και αποτελεσματικότητα - προσελκύουν την ευνοϊκή προσοχή των Αρχών, συμπεριλαμβανομένου του στρατηγού Park Chung-hee. Όταν ο Park πραγματοποιεί στρατιωτικό πραξικόπημα το 1961, ξέρει ήδη ποιος είναι ο Chung Ju-yung. Όταν παίρνει την εξουσία, ο Park συμπεριλαμβάνει τον Chung στον στενό κύκλο των «αξιόπιστων επιχειρηματιών», οι περισσότεροι από τους οποίους δημιουργούν «chaebol», δηλαδή μεγάλους βιομηχανικούς ομίλους.

Μέρος αυτής της δραστηριότητας είναι και η Hyundai Heavy Industries, μια εταιρεία που οφείλεται στην εφευρετικότητα του Chung, όταν χρησιμοποιεί ένα κορεατικό νόμισμα των 500 γουόν στο οποίο απεικονίζεται ένα κορεατικό πλοίο που κατασκευάστηκε τον 16ο αιώνα ώστε να παρουσιάσει τη δυναμική που έχει το έθνος γύρω από τη ναυπηγική. Τελικά, πείθει την Barclays να χρηματοδοτήσει και να βοηθήσει την HHI να κερδίσει παραγγελίες για δύο μεγάλα τάνκερ από τον Έλληνα μεγιστάνα Γεώργιο Λιβανό, ενώ το ναυπηγείο της HHI βρισκόταν ακόμη σε στάδιο προγραμματισμού.

Ο Chung συνεχίζει να επεκτείνει το «chaebol» της Hyundai, φτάνοντας στις 86 εταιρείες. Προσπαθεί συνεχώς να βρίσκεται μπροστά από άλλα chaebols, όπως εκείνα της Samsung και της Daewoo. Οι επιχειρηματικές δεξιότητες του δίνουν τη θέση του επικεφαλής της επιτροπής διεκδίκησης των Ολυμπιακών Αγώνων, όπου συμβάλει στη σύνταξη της νικηφόρας πρότασης της Ν. Κορέας για τη διοργάνωση των θερινών αγώνων του 1988. Λίγα χρόνια μετά, η Hyundai διαχωρίζει τις πιο γνωστές δραστηριότητες της, μετά την ασιατική οικονομική κρίση του 1997, συμπεριλαμβανομένων των Hyundai Motor Group, Hyundai Department Store Group και Hyundai Heavy Industries Group.

Το 1989 ο Chung πραγματοποιεί επίσκεψη στη Βόρεια Κορέα και ανακοινώνει ότι θα χρηματοδοτήσει ένα τουριστικό έργο στα όρη Keumkang. Εκεί, ελπίζει να δημιουργήσει μια ειδική παραθαλάσσια τουριστική ζώνη στα ανατολικά, κοντά στην κορεατική αποστρατικοποιημένη ζώνη, ως ένα μέρος όπου τα μέλη των οικογενειών που είχαν χωρίσει θα μπορούσαν να επανενωθούν. Το σχέδιο δεν προχωρά και ο Chung ασκεί κριτική για τις κυβερνητικές επιλογές της χώρας του εναντίον της Βόρειας Κορέας.

Το 1992 ανακοινώνει ότι θα αποχωρήσει από μια σειρά εταιρικών θέσεων για να διεκδικήσει την προεδρία της Ν. Κορέας. Ιδρύει το Ενωμένο Λαϊκό Κόμμα του (UUP) τον Φεβρουάριο του 1992, αλλά παίρνει μόλις το 16 τοις εκατό των ψήφων, με το UPP να καταλαμβάνει 30 έδρες στη Βουλή. Οι πολιτικές φιλοδοξίες του φέρνουν προβλήματα στην Hyundai, καθώς κρίνεται ένοχος για εκτροπή 81 εκατομμυρίων δολαρίων σε εταιρικά κεφάλαια, με στόχο τη χρηματοδότηση της εκστρατείας του. Η τριετής φυλάκιση του αναστέλλεται λόγω ηλικίας, αλλά αρκετοί αξιωματούχοι της Hyundai φυλακίζονται και το κράτος ακυρώνει πολλά ευνοϊκά δάνεια.

Ο Chung παραμένει ένθερμος υποστηρικτής των συμφιλιωτικών πολιτικών με τον Βορρά και το 1998, μετά από αναφορές για εκτεταμένη πείνα στη Β. Κορέα, γίνεται ο πρώτος άμαχος που διασχίζει την αποστρατικοποιημένη ζώνη από το τέλος του πολέμου της Κορέας. Προηγουμένως, όλα τα ταξίδια μεταξύ των δύο χωρών έπρεπε να περάσουν από μια τρίτη χώρα, συνήθως τη Σοβιετική Ένωση ή την Κίνα. Ο Chung περπατά το τελευταίο μέρος του ταξιδιού με τα πόδια. Έχει μαζί του 500 αγελάδες, τις οποίες προσφέρει ως δώρο στην πόλη Tongchon, σημειώνοντας ότι αποτελεί μια χειρονομία αποκατάστασης, επειδή πήρε τα λεφτά του πατέρα του το 1933.

Ο Chung Ju-yung διατηρεί τον άμεσο έλεγχο της εταιρείας μέχρι το θάνατό του το 2001. Φεύγει από τη ζωή έναν χρόνο μετά τη «διάλυση» της αυτοκρατορίας του από φατρίες, με επικεφαλής δύο από τους έξι εν ζωή γιους του, τον Chung Mong Koo και τον Chung Mong Hun, οι οποίοι υπηρέτησαν ως συμπρόεδροι του Ομίλου Hyundai, ενώ ο πατέρας τους ήταν επίτιμος πρόεδρος.


Πηγές: NY Times [1, 2, 3], thebl.com, kbs.co.kr, Wikipedia, yourdictionary.com, koreatimes.co.kr, hallyutrail.com, newsworld.co.kr

... σχόλια | Κάνε click για να σχολιάσεις
Επιχειρώ - epixeiro.gr
Επιχειρώ - epixeiro.gr