Διεθνή

Ολλανδία: Πώς η χώρα της τουλίπας κατάφερε να καταστεί παγκόσμια δύναμη στον αγροδιατροφικό τομέα μέσω της καινοτομίας

Κοινοποιήστε

Σχολιάστε

Διαβάζεται σε 2 λεπτά

Ολλανδία: Πώς η χώρα της τουλίπας κατάφερε να καταστεί παγκόσμια δύναμη στον αγροδιατροφικό τομέα μέσω της καινοτομίας

Η Ολλανδία είναι μια πυκνοκατοικημένη χώρα, με περισσότερους από 1.300 κατοίκους ανά τετραγωνικό χιλιόμετρο και στερείται σχεδόν όλων εκείνων των πόρων που είναι απαραίτητοι για την ανάπτυξη της γεωργίας ευρείας κλίμακας. Όσο παράδοξο κι αν ακούγεται, πρόκειται για μια χώρα με έκταση ίση περίπου με το 1/3 της Ελλάδας με ελάχιστη ηλιοφάνεια, η οποία βρίσκεται στην πρώτη τριάδα των χωρών εξαγωγέων αγροτικών προϊόντων παγκοσμίως.

Πριν από σχεδόν μία εικοσαετία, οι Ολλανδοί δεσμεύτηκαν για τον μετασχηματισμό της γεωργίας σε βιώσιμο και αειφόρο κλάδο με κύριο σύνθημά τους «Δύο φορές περισσότερα τρόφιμα με τους μισούς πόρους».

Η Ολλανδία είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος εξαγωγέας γεωργικών προϊόντων σε παγκόσμια κλίμακα μετά τις ΗΠΑ. Το 2017 εξήγαγε αγροδιατροφικά προϊόντα και αγροτεχνολογικά αγαθά αξίας άνω των 100 δισ. Ευρώ. Διαθέτει παγκοσμίου επιπέδου knowhow στον τομέα της αναπαραγωγής και των σπόρων, των θερμοκηπίων και των σφαγείων, καθώς και του μάρκετινγκ των γεωργικών προϊόντων. Ο τομέας συνεπικουρείται από ένα ολοκληρωμένο και ταχέως αναπτυσσόμενο οικοσύστημα προμηθευτών μηχανημάτων άρδευσης, παροχής συμβουλευτικών υπηρεσιών και τεχνητής νοημοσύνης.

Ο τομέας των γεωργικών προϊόντων διατροφής αντιπροσωπεύει σχεδόν το 10% της ολλανδικής οικονομίας και της απασχόλησης. Ο τομέας έχει ισχυρή διεθνή εστίαση και αντιπροσωπεύει σχεδόν το 20% της συνολικής αξίας των εξαγωγών της Ολλανδίας. Περίπου το 50% του ολλανδικού εμπορικού πλεονάσματος προέρχεται από το εμπόριο γεωργικών προϊόντων.

Η επιτυχία έγκειται στην άριστη συνεργασία κατά μήκος της αλυσίδας αξίας των γεωργικών προϊόντων διατροφής, καθώς και στη ποιότητα των υπαρχουσών υποδομών, λόγω των νευραλγικών θέσεων του λιμανιού του Ρότερνταμ και του διεθνούς αερολιμένα Schiphol κοντά στο Άμστερνταμ.
Το πρώτο συγκριτικό πλεονέκτημα είναι η ανοικτή και φιλελεύθερη οικονομία της Ολλανδίας. Για αιώνες ο ολλανδικός κλάδος της μεταποίησης γεωργικών προϊόντων απολάμβανε τα οφέλη από το ελεύθερο εμπόριο και τα ανοικτά σύνορα. Αυτό είχε ως απότοκο έναν ακμαίο και έντονο ανταγωνισμό, γεγονός που κινητροδότησε τις εταιρείες να μειώσουν το κόστος και να βελτιστοποιήσουν τις διαδικασίες παραγωγής τους και στο μάρκετινγκ και στις πωλήσεις. Η κεντροβαρής γεωγραφική της θέση στα βορειοδυτικά της Ευρώπης της δίνει πρόσβαση σε όμορες αγορές με υψηλή εισοδηματική διαστρωμάτωση.

Το δεύτερο συγκριτικό πλεονέκτημα είναι η σύμπραξη της πανεπιστημιακής έρευνας με την επιχειρηματικότητα αποτελεί έναν από τους πολλαπλασιαστές ανάπτυξης. Το πανεπιστήμιο του Βαγκενιγκεν θεωρείται το κορυφαίο ίδρυμα γεωπονικών ερευνών στον κόσμο και αποτελεί τη βάση της αποκαλούμενης FoodValley, μιας φιλόδοξης ομάδας πειραματικών αγροκτημάτων και νεοφυών επιχειρήσεων εντάσεως έρευνας με ειδίκευση στις αγροτικές τεχνολογίες. Αλλά οι δραστηριότητές του δεν περιορίζονται μόνο στις ακαδημαϊκές αίθουσες και τα εργαστήρια καθώς επιβλέπει επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον αγροδιατροφικό τομέα οι οποίες έχουν υπογράψει συμβάσεις αναθέσεις ερευνών.
Δώδεκα από τις μεγαλύτερες εταιρείες γεωργίας/ τροφίμων στον κόσμο έχουν έδρα παραγωγής ή έρευνας και ανάπτυξης στην Ολλανδία, συμπεριλαμβανομένων των Cargill, Heinz, Monsanto, Unilever, Mead, Johnson, ConAgra, Mars κ.α.

Το τρίτο συγκριτικό πλεονέκτημα είναι η επιχειρηματική συσσωμάτωση (clustering) διαφορετικών αλλά στενά συνδεδεμένων δραστηριοτήτων που ενθαρρύνει τις επιχειρήσεις να καινοτομούν, να ανταγωνίζονται θεμιτά, αλλά με ταυτόχρονο διαμοιρασμό της γνώσης.

Το τέταρτο συγκριτικό πλεονέκτημα είναι η συνεργασία μεταξύ του κυβερνητικού, του ιδιωτικού τομέα και των φορέων παραγωγής γνώσης. Στην Ολλανδία, και τα τρία ενδιαφερόμενα μέρη συνεργάζονται δημιουργικά για χάραξη κυβερνητικών πολιτικών σε τομείς όπως το κλίμα και η διαχείριση των υδάτινων πόρων.  Επίσης, συγκεντρώνουν τους οικονομικούς τους πόρους και μοιράζονται τα έσοδα. Λόγω της επιτυχίας της, η προσέγγιση αυτή ονομάζεται συχνά ως «TripleHelix»: κυβέρνηση, επιχειρήσεις και ινστιτούτα έρευνας και τεχνολογίας. Η εισαγωγή νομοθετικών ρυθμίσεων εφαρμογής νέων πρακτικών καλλιέργειας, η αυστηρή δημόσια συγχρηματοδότηση δράσεων, η επιδότηση εγγυήσεων σε αγρότες που υιοθετούν καινοτόμες πρακτικές ώστε να ποσοτικοποιηθεί και να επιμεριστεί ο κίνδυνος της επένδυσης μεταξύ του γεωργού και του πιστοδοτικού ιδρύματος και να διασχίσει με περισσότερη ασφάλεια την "κοιλάδα του θανάτου" έχοντας στη "φαρέτρα" του τα απαραίτητα χρηματοδοτικά όπλα εξασφαλίζοντας το απαραίτητο κεφάλαιο κίνησης. Επιπρόσθετα παρέχεται χρηματοδοτική στήριξη παρουσίασης και επίδειξης των πλεονεκτημάτων μιας καινοτόμας εφαρμογής η οποία βελτιώνει την παραγωγική διαδικασία, χρηματοδότηση εκπαίδευσης και αγροτικής συμβουλευτικής η οποία βοηθά τους παραγωγούς να εφαρμόζουν βέλτιστες πρακτικές στο χωράφι τους και τέλος διενέργεια επιχειρηματικών επαφών μεταξύ παραγωγών και υποψήφιων επενδυτών οι οποίοι ενδιαφέρονται να τοποθετήσουν τα κεφάλαιά τους σε καινοτόμα και ανταγωνιστικά προϊόντα αποφέροντάς τους υψηλή κερδοφορία.
Το ολλανδικό τοπίο αποτελείται από θερμοκήπια που μειώνουν την χρήση ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου, μειώνουν στο ελάχιστο τη χρήση νερού και ελαχιστοποιούν την εκπομπή αερίων. Αξιοποιούν το ηλιακό φως και την ανακύκλωση των τροφίμων. Η καινοτομία αφορά ακόμη και την κατασκευαστική δομή των κτιρίων, αφού χρησιμοποιούν ειδικά υλικά, φώτα, θερμικά κυκλώματα και θέρμανση ή ψύξη με στόχο να μειωθεί το κόστος παραγωγής.

Το «μυστικό» είναι ο μεγάλος ανταγωνισμός για γη στην Ολλανδία. Για να παραμείνει μπροστά από τους ανταγωνιστές, πρέπει να είναι παραγωγική και αποτελεσματική, κάτι που απαιτεί έξυπνες και σημαντικές επενδύσεις. Ένα καλό παράδειγμα είναι ένα από τα μεγαλύτερα ολλανδικά θερμοκήπια σε ένα μικρό χωριό που ονομάζεται Wieringen. Το τεράστιο θερμοκήπιο εκτείνεται σε 250 εκτάρια. Πολλά εκατομμύρια ευρώ έχουν επενδυθεί μόνο στον φωτισμό. Αυτό προστίθεται στο κόστος κατασκευής του θερμοκηπίου και των συστημάτων κλιματισμού του. Ένα τέτοιο έργο δεν θα ήταν εφικτό χωρίς τη χρηματοδότηση από τις τράπεζες. Είναι σημαντικό για την ανάπτυξη του κλάδου τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα να έχουν εμπιστοσύνη στην αγροτική βιομηχανία και εκτεταμένη γνώση του τομέα. Αυτό με τη σειρά του επιτρέπει να συμβαδίζει με τον ξένο ανταγωνισμό. Μια εξαιρετική βάση έρευνας και ανάπτυξης και η υψηλής ποιότητας διαχείριση είναι επίσης πολύ ωφέλιμες.

Η μεγαλύτερη επιτυχία των Ολλανδών αγροτών είναι η κάθετη άμβλυνση των φυτοφαρμάκων. Οι περισσότεροι χρησιμοποιούν την λεγόμενη «βιολογική μάχη» για να προστατεύσουν τα προϊόντα από τα βλαβερά παράσιτα, όπως έντομα ή μικροσκοπικά σκουλήκια που καταβροχθίζουν τα επικίνδυνα έντομα ή άλλους οργανισμούς που καταστρέφουν τις καλλιέργειες. Επίσης, οι Ολλανδοί παραγωγοί είναι πλέον «επαγγελματίες γεωργίας» που παρακολουθούν την υγεία του εδάφους, τον αέρα και τις αποδόσεις με τα drones και τις οθόνες σαν να βρίσκονται στο κινηματογραφικό διαστημόπλοιο Enterprise από το Star Trek. 

Από το 2000, οι Ολλανδοί γεωργοί έχουν καταφέρει να μειώσουν την εξάρτηση από το νερό για τις βασικές καλλιέργειες στο 90% και έχουν σχεδόν εξαλείψει πλήρως τη χρήση χημικών φυτοφαρμάκων στα φυτά των θερμοκηπίων. Από το 2009 οι κτηνοτρόφοι της χώρας έχουν μειώσει τη χρήση αντιβιοτικών κατά 60%. Εν κατακλείδι έρχεται αυτόματα η σύγκριση μεταξύ Ολλανδίας και Ελλάδας η οποία είναι αμείλικτη. Η χώρα της τουλίπας με 45 εκατομμύρια στρέμματα καλλιεργειών παράγει περίπου σε αξία 1.700 ευρώ ανά στρέμμα, ενώ η Ελλάδα με 37 εκατ. στρέμματα καλλιεργειών παράγει περίπου σε αξία 190 ευρώ ανά στρέμμα.