Έρευνες, Εκθέσεις, Μελέτες

ΤτΕ: Η ενίσχυση της ανθεκτικότητας του ελληνικού τραπεζικού τομέα είναι αδιαμφισβήτητη

Κοινοποιήστε

Σχολιάστε

Διαβάζεται σε 2 λεπτά

ΤτΕ: Η ενίσχυση της ανθεκτικότητας του ελληνικού τραπεζικού τομέα είναι αδιαμφισβήτητη

Στα 4,4 δις. ευρώ τα κέρδη μετά από φόρους των ελληνικών τραπεζών. Γιατί η Τράπεζα της Ελλάδος παρακολουθεί την πορεία της αγοράς ακινήτων και των στεγαστικών δανείων - Ο κίνδυνος της «φούσκας» στην αγορά ακινήτων και οι ελπίδες για το «Σπίτι μου ΙΙ».

Το 2024 οι ελληνικές τράπεζες κατέγραψαν κέρδη μετά από φόρους και διακοπτόμενες δραστηριότητες ύψους 4,4 δισεκ. ευρώ, έναντι κερδών 3,8 δισεκ. ευρώ το 2023. Στην εξέλιξη αυτή συνέβαλαν θετικά η αύξηση των καθαρών εσόδων από τόκους και προμήθειες, καθώς και η μείωση των προβλέψεων για τον πιστωτικό κίνδυνο, ενώ αρνητικά επέδρασε η αύξηση των λειτουργικών εξόδων.

Oι δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας των ελληνικών τραπεζικών ομίλων ενισχύθηκαν περαιτέρω, κυρίως μέσω της εσωτερικής δημιουργίας κεφαλαίου και της έκδοσης κεφαλαιακών μέσων. Συγκεκριμένα, ο Δείκτης Κεφαλαίου Κοινών Μετοχών της Κατηγορίας (Common Equity Tier 1 ratio – CET1 ratio) σε ενοποιημένη βάση αυξήθηκε σε 15,9% το Δεκέμβριο του 2024 και ο Συνολικός Δείκτης Κεφαλαίου (Total Capital Ratio – TCR) σε 19,7% και πλέον ανέρχονται στο ίδιο επίπεδο με το μέσο όρο στην Τραπεζική Ένωση (δείκτες CET1: 15,9% και TCR: 20,0% το Δεκέμβριο του 2024).

Υποχώρησε στο 3,8% το μεσοσταθμικό NPL (μη εξυπηρετούμενα δάνεια). Έχει συγκλίνει με τον ευρωπαικό μέσο όρο

Η ποιότητα του δανειακού χαρτοφυλακίου των πιστωτικών ιδρυμάτων το 2024 βελτιώθηκε αισθητά, κυρίως λόγω μη οργανικών ενεργειών. Ειδικότερα, ο λόγος των μη εξυπηρετούμενων δανείων προς το σύνολο των δανείων μειώθηκε σημαντικά σε 3,8% το Δεκέμβριο του 2024 (από 6,7% το Δεκέμβριο του 2023). Πρόκειται για το χαμηλότερο επίπεδο από την ένταξη της Ελλάδος στη ζώνη του ευρώ, το οποίο έχει συγκλίνει σε μεγάλο βαθμό με το μέσο όρο στην Τραπεζική Ένωση (Δεκέμβριος 2024: 2,3%).

Κίνδυνος από την επιβράδυνση της ευρωπαικής οικονομίας

Οι προοπτικές για τον ελληνικό τραπεζικό τομέα παραμένουν ευνοϊκές, καθώς είναι άρρηκτα συνδεδεμένες με τις θετικές επιδόσεις της ελληνικής οικονομίας. Ωστόσο, η διαφαινόμενη επιβράδυνση της οικονομικής δραστηριότητας στη ζώνη του ευρώ, καθώς και ενδεχόμενη απότομη ανατιμολόγηση των περιουσιακών στοιχείων στις διεθνείς αγορές χρήματος και κεφαλαίων, θα μπορούσαν να επιφέρουν αρνητικές συνέπειες. Επομένως, δεν υπάρχουν περιθώρια εφησυχασμού και η συνδυαστική εφαρμογή της μικροπροληπτικής εποπτείας και της μακροπροληπτικής πολιτικής καθίσταται αναγκαία για τη διασφάλιση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας.

Δάνεια για ακίνητα. Ο κίνδυνος της ‘φουσκας’ από την αύξηση των δανείων και της αύξησης των τιμών

Κατά την περίοδο 2021-2024 οι εκταμιεύσεις δανείων που αφορούν οικιστικό ακίνητο παρέμειναν σε χαμηλό επίπεδο τόσο σε απόλυτο μέγεθος όσο και σε σχέση με την περίοδο πριν από την κρίση δημόσιου χρέους, αν και το 2024 σημείωσαν σημαντική αύξηση. Τα πιστοδοτικά κριτήρια παρέμειναν συνετά σε όλη την υπό εξέταση περίοδο, με αποτέλεσμα να μην υπάρχουν ενδείξεις για συσσώρευση κυκλικών συστημικών κινδύνων από τα δάνεια που αφορούν οικιστικό ακίνητο. Τα πιστωτικά ιδρύματα διαφαίνεται ότι σε μεγάλο βαθμό συμμορφώνονταν με τα μακροπροληπτικά μέτρα σε επίπεδο δανειολήπτη για τα δάνεια προς φυσικά πρόσωπα με εξασφάλιση οικιστικό ακίνητο ήδη πριν από την έναρξη εφαρμογής τους (Ιανουάριος 2025).

Η άνοδος των τιμών των ακινήτων και η ευχερής πρόσβαση στην τραπεζική χρηματοδοτηση συμβάλλει στην ραγδαία πιστωτική επέκταση και αύξηση της ζήτησης

Ο κίνδυνος δημιουργίας «φούσκας» στην αγορά ακινήτων

Οι ευπάθειες για το χρηματοπιστωτικό σύστημα από την έκθεση στον τομέα των ακινήτων τείνουν να αυξάνονται κατά την ανοδική φάση του κύκλου της αγοράς ακινήτων. Η αυξημένη διάθεση ανάληψης κινδύνου από τα πιστωτικά και χρηματοδοτικά ιδρύματα, σε συνδυασμό με τη διευκόλυνση της πρόσβασης με την ευχερή πρόσβαση των δανειοληπτών στην τραπεζική χρηματοδότηση, μπορεί να συμβάλει σε ραγδαία πιστωτική επέκταση και σε αύξηση της ζήτησης ακινήτων, ασκώντας ανοδικές πιέσεις στις τιμές τους. Οι συνακόλουθες υψηλότερες αξίες των εξασφαλίσεων ευνοούν περαιτέρω τη ζήτηση και την προσφορά δανείων, με αποτέλεσμα η αυτοσυντηρούμενη αυτή δυναμική να οδηγεί δυνητικά σε κερδοσκοπικές φούσκες.

Η Σύσταση του Ευρωπαικού Συστημικού Κινδύνου προτείνει ένα σύνολο μεγεθών και δεικτών που τα κράτη μέλη οφείλουν να συλλέγουν και να παρακολουθούν, προκειμένου να είναι σε θέση να εντοπίζουν έγκαιρα ενδείξεις συσσώρευσης συστημικών κινδύνων, να αξιολογούν την αποτελεσματικότητα των ήδη υφιστάμενων μέτρων και να τα προσαρμόζουν, εάν αυτό κρίνεται αναγκαίο.

Η Τράπεζα της Ελλάδος συλλέγει στοιχεία για τα στεγαστικά δάνεια από το 2024

Η Τράπεζα της Ελλάδος, με την Πράξη Εκτελεστικής Επιτροπής 231/3/15.07.2024, αναγνωρίζοντας τη σημασία του τομέα οικιστικών ακινήτων, συλλέγει στοιχεία για τα δάνεια που αφορούν οικιστικό ακίνητο σε τριμηνιαία βάση. Τα στοιχεία που συγκεντρώνονται αφορούν κυρίως το πλήθος και το ύψος των εκταμιεύσεων δανείων, καθώς και βασικούς δείκτες που αντικατοπτρίζουν τα εφαρμοζόμενα πιστοδοτικά κριτήρια.

Εξέλιξη εκταμιεύσεων δανείων που αφορούν οικιστικό ακίνητο

Οι εκταμιεύσεις δανείων που αφορούν οικιστικό ακίνητο την περίοδο 2021-2024 παρέμειναν σε χαμηλό επίπεδο τόσο σε απόλυτο μέγεθος όσο και σε σχέση με την περίοδο πριν από την κρίση δημόσιου χρέους . Αναλυτικότερα, διαμορφώθηκαν σε 780 εκατ. ευρώ το 2021, σε περίπου 1 δισεκ. ευρώ το 2022 και το 2023, ενώ ανήλθαν σε 1,3 δισεκ. ευρώ το 2024, αυξημένες κατά 32,6% έναντι του 2023. Για λόγους σύγκρισης, την περίοδο 2005-2008 είχαν ανέλθει σε περίπου 12 δισεκ. ευρώ το χρόνο.

Αποτελεί θετική εξέλιξη το γεγονός ότι το δ΄τρίμηνο του 2024 καταγράφηκε το υψηλότερο ποσό

εκταμιεύσεων (412 εκατ. ευρώ) και υψηλός ρυθμός αύξησης τόσο ως προς το προηγούμενο τρίμηνο (25,8%) όσο και ως προς το δ΄ τρίμηνο του 2023 (44,2%).

Αισιοδοξία ότι το «Σπίτι μου ΙΙ» θα οδηγήσει σε εκτόξευση των στεγαστικών δανείων

Όσον αφορά τις προοπτικές για το 2025, οι προβλέψεις για τον ρυθμό οικονομικής ανάπτυξης, την απασχόληση και το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών, σε συνδυασμό με το πρόγραμμα “Σπίτι μου ΙΙ”, δημιουργούν αισιοδοξία για σημαντική αύξηση των εκταμιεύσεων. Η εκτίμηση αυτή συνάδει με τα τριετή επιχειρηματικά σχέδια των σημαντικών πιστωτικών ιδρυμάτων.