Ο Οίκος Burberry µπορεί στις µέρες µας να είναι γνωστός για τις πολυτελείς δηµιουργίες του µε το χαρακτηριστικό καρό σήµα, όµως κατέχει και µία άγνωστη πτυχή. Ο ιδρυτής της, ο Βρετανός Τόµας Μπέρµπερι, ήταν αυτός που πριν από 130 περίπου χρόνια σχεδίασε ένα βαρύ αδιάβροχο παλτό, την πρώτη καπαρντίνα.
Η ιστορία του Οίκου ξεκινάει το 1856, όταν ο 21χρονος Τόµας Μπέρµπερι, πρώην µαθητευόµενος υφασµατοπώλης, άνοιξε ένα εµπορικό κατάστηµα στο Χαµσάιρ της Αγγλίας. Τα πρώτα χρόνια, ασχολήθηκε µε ενδύµατα για εξωτερικές χρήσεις, κυρίως για όσους εργαζόταν στην ύπαιθρο. Όµως στη δεκαετία του 1880, µια συζήτηση που είχε µε έναν βοσκό θα τον έκανε να αλλάξει κατεύθυνση, κάτι που ουσιαστικά θα τον ωθούσε σε µια σηµαντική εφεύρεση για το χώρο του ενδύµατος.
Μια µέρα, λοιπόν, παρατήρησε ένα βοσκό καθώς βούτηξε την κάπα του στο νερό για να την καθαρίσει από ορισµένες ελαιώδεις ουσίες. Τότε διαπίστωσε την ιδιότητα της κάπας να µην απορροφάει το νερό, ήταν δηλαδή αδιάβροχη. Ο πρώην υφασµατοπώλης γνώριζε, επίσης, ότι τα ρούχα της εποχής εκείνης ήταν αρκετά βαριά και µάλλινα, ενώ δεν ανέπνεαν µε αποτέλεσµα να διατηρούν το σώµα ξηρό.
Ο Μπέρµπερι δεν έχασε χρόνο και σύντοµα άρχισε να πειραµατίζεται µε ένα βαµβακερό ύφασµα από την Αίγυπτο µε σκοπό να φτιάξει ένα ένδυµα αδιάβροχο, ιδανικό για το βροχερό Λονδίνο, το οποίο όµως θα ανέπνεε. Έχοντας ως αρχή τη χρήση νήµατος το οποίο, πριν ακόµη υφανθεί, έχει περάσει από µια διαδικασία για να καταστεί αδιάβροχο, κατάφερε να δηµιουργήσει ένα υλικό το οποίο δεν παρεµπόδιζε τη δίοδο του αέρα, και, το πιο σηµαντικό, οι σταγόνες της βροχής δεν διαπερνούσαν το νήµα. Έτσι, λοιπόν, γεννήθηκε η γνωστή σε όλους µας καπαρντίνα, την οποία ο εφευρέτης κατοχύρωσε το 1881.
Λίγα χρόνια αργότερα, το 1892, ο Βρετανός επιχειρηµατίας άνοιξε ένα εργοστάσιο για την παραγωγή της καπαρντίνας, στο οποίο κυρίως προσέλαβε γυναίκες και κορίτσια της περιοχής. Ως βαθύτατα θρησκευόµενος, ζητούσε από τους υπαλλήλους του κάθε πρωί να προσευχηθούν, ενώ δεν παρέλειπε να επιδεικνύει τα φιλανθρωπικά του αισθήµατα όταν εκείνοι αρρώσταιναν ή όταν αντιµετώπιζαν οικονοµικά προβλήµατα.
Η καπαρντίνα του Μπέρµπερι υιοθετήθηκε αµέσως από τους Λονδρέζους, εισάγοντας έτσι ένα νέο στυλ ντυσίµατος. Πριν από τη δύση του 19ου αιώνα, η επιχείρησή του είχε ευηµερήσει διαθέτοντας δικά της καταστήµατα στις µεγαλύτερες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες και στη Νέα Υόρκη, ενώ θα κέρδιζε και την υποστήριξη της βασιλικής οικογένειας. Μάλιστα, το 1911, η καμπαρντίνα του έφθασε και στο νοτιότερο σηµείο της γης, όταν ο εξερευνητής Ρόαντ Άµουντσεν πάτησε για πρώτη φορά στο Νότιο Πόλο φορώντας Burberry.
Έτος ορόσηµο για τον γνωστό οίκο µόδας ήταν το 1914, όταν η αγγλική κυβέρνηση ζήτησε από τον 79χρονο εφευρέτη να επανασχεδιάσει την καπαρντίνα για τις ανάγκες των Βρετανών αξιωµατικών του Α’ Παγκοσµίου Πολέµου. Μετά τη λήξη των εχθροπραξιών, το «αδιάβροχο των χαρακωµάτων», όπως έµελλε να ονοµαστεί, έγινε ιδιαίτερα δηµοφιλές ανάµεσα στο ευρύ κοινό. Τότε εµφανίστηκε για πρώτη φορά το σήµα του οίκου, το διάσηµο καρό, το οποίο έµπαινε στη φόδρα του ρούχου.
Στον Β’ Παγκόσµιο Πόλεµο, η καπαρντίνα εξελίχθηκε σε βασικό κοµµάτι των στρατιωτών. Στο αρχικό σχέδιο προστέθηκαν λουρίδες υφάσµατος στα µανίκια, επωµίδες (για να συγκρατούν το καπέλο και τα γάντια) και µία ζώνη µε χάλκινους κρίκους στις άκρες (για να ασφαλίζονται οι χειροβοµβίδες). Πάντως, οι Ναζί προτιµούσαν το συγκεκριµένο ρούχο από µαύρο δέρµα, προκειµένου να εµπνέουν σεβασµό και φόβο.
Παρά την επιτυχία του, ο Τόµας Μπέρµπερι συνέχιζε να ζει λιτά, τελείως αντίθετα µε όσους φορούν σήµερα τα ρούχα του, και να πηγαίνει καθηµερινά µε άλογο στο εργοστάσιό του µέχρι τα βαθιά γεράµατα. Μόνο όταν µία φορά γκρεµίστηκε από το άλογο και τον βρήκαν µέσα σε ένα χαντάκι, αποφάσισε να εµπιστευτεί ένα νέο µεταφορικό µέσο, προνόµιο των τότε πλουσίων, το αυτοκίνητο.
Ο Μπέρµπερι µπορεί να πέθανε το 1926 σε ηλικία 91 ετών, όµως το περίφηµο ρούχο του θα γνώριζε µεγάλες δόξες µε την εµφάνιση του κινηµατογράφου και την εισβολή της τηλεόρασης στα νοικοκυριά. Φορέθηκε από τον Χάµφρεϊ Μπόγκαρντ στην ταινία Casablanca, την «τίµησε» ο Πίτερ Σέλερς στις σειρές του Ροζ Πάνθηρα, ενώ, σχετικά πρόσφατα, όταν η Σάρα Τζέσικα Πάρκερ την φόρεσε στην ταινία Sex and the City, πολλές γυναίκες έσπευσαν να τη µιµηθούν.
Πρόσφατα, µάλιστα, παρατηρήθηκε ότι τα ρούχα Burberry δεν είναι τα αγαπηµένα µονάχα των ανώτερων κοινωνικών τάξεων ή τουλάχιστον όσων θέλουν να τους µιµηθούν. Το καρό του οίκου έγινε σύµβολο των Βρετανών χούλιγκαν (που φορούν τα καπέλα του οίκου), των starlet που πρωταγωνιστούν στα tabloids, αλλά και των Βρετανών νεόπλουτων, οι οποίοι κυκλοφορούν ντυµένοι µε το καρό του οίκου από την κορυφή µέχρι τα νύχια. Εικόνες που µάλλον ο θρησκόληπτος Τόµας Μπέρµπερι δεν είχε κατά νου όταν ξεκινούσε την επιχειρηµατική του δραστηριότητα πριν από ενάµιση περίπου αιώνα…
Πηγή: "Γνωστά Ονόματα, Αγνωστες Ιστορίες 3" (εκδ. Σταμούλης)
Σχόλια