Βιβλία

Τόποι εξουσίας στην Ελλάδα από τη Μεταπολίτευση έως και σήμερα - 23 αφηγήσεις υπό την επιμέλεια του Ανδρέα Γιαννόπουλου

Κοινοποιήστε

Σχολιάστε

Διαβάζεται σε 2 λεπτά

Τόποι εξουσίας στην Ελλάδα από τη Μεταπολίτευση έως και σήμερα - 23 αφηγήσεις υπό την επιμέλεια του Ανδρέα Γιαννόπουλου

Είκοσι τρεις πολύτιμες πένες ενώνονται προκειμένου να γράψουν για τους τόπους εξουσίας όχι έτσι όπως τους έχουμε στο μυαλό μας (Βουλή, Μέγαρο Μαξίμου, Υπουργείο Εξωτερικών ή και Τράπεζα της Ελλάδος) αλλά σε ένα ευρύτερο πλαίσιο, συχνά συμβολικό ή όχι αυστηρώς γεωγραφικά προσδιορισμένο. Συγκεκριμένα, είκοσι δύο δημοσιογράφοι και ένας ακαδημαϊκός καταγράφουν σε ένα βιβλίο τους εμβληματικούς χώρους πολιτισμού, όπως το Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, ή ακόμα και λιγότερο αναμενόμενους τόπους εξουσίας, όπως το πρωθυπουργικό αεροπλάνο και περιοχές όπου πολιτικοί απολαμβάνουν τις διακοπές τους.

Ο λόγος για το «Οι τόποι της εξουσίας» των εκδόσεων Παπαδόπουλος, σε επιμέλεια Ανδρέα Γιαννόπουλου και με επίμετρο του Ευάγγελου Βενιζέλου, στο οποίο και αναφέρεται ότι τόπους εξουσίας συναντά κανείς σε κάθε χώρα. Όσον αφορά την Ελλάδα, πρόκειται για μια χώρα αρκετά πλούσια όσον αφορά τέτοιου είδους τόπους, λιγότερο συμβατικούς και αναμενόμενους από τους θεσμικούς. Δημοσιογράφοι με πολυετή εμπειρία και με πλήθος γνώσεων κλήθηκαν να καταγράψουν για διαφορετικούς, σε κάθε περίπτωση ποικίλους τόπους όπου ασκείται η εξουσία.

Στην πρώτη δημοσιογραφική καταγραφή αυτού του βιβλίου, ο Μάνος Στεφανίδης παρουσιάζει το Μέγαρο Μουσικής ως το απόλυτο σύμβολο του πολιτισμού, έτσι όπως τουλάχιστον απαγγελλόταν το ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου, το οποίο βέβαια το δίχως άλλο επαναπροσδιόρισε την πρόσληψη της –σοβαρής- μουσικής σε μια ολόκληρη χώρα. Το Μέγαρο έχει λάβει μάλλον αρνητικές κριτικές αναφορικά με τον τρόπο αρχιτεκτονικής του, αφού στον Τύπο της εποχής καταγράφεται ότι πραγματοποιήθηκαν διάφορων ειδών πολεοδομικές παραβάσεις και οικονομικές υπερβάσεις προκειμένου να χωρέσουν εντός του Μεγάρου τόσο το διεθνές συνεδριακό κέντρο όσο και η υπόγεια όπερα, έργα που καταπάτησαν τους χώρους πρασίνου του πρώην ΕΑΤ-ΕΣΑ και του Πάρκου Ελευθερίας. Φυσικά, είναι γεγονός ότι η δημιουργία του κτηρίου του Μεγάρου έμελλε να μεταβάλει το πολιτιστικό προφίλ ολόκληρης της Ελλάδας, ενώ πάλι αρχιτεκτονικά μιλώντας, το Μέγαρο φαίνεται πως άνοιξε διάλογο με την απέναντί του Αμερικανική Πρεσβεία, σχεδιασμένη τη δεκαετία του 1960 από τον Walter Gropius, ιδρυτή του Bauhaus.

Τη σκυτάλη παίρνει ο Άγγελος Κωβαίος, ο οποίος αναλύει περί του Μεγάρου Μαξίμου, το οποίο και χαρακτηρίζει ως την «απόλυτη αντανάκλαση του πρωθυπουργοκεντρικού μοντέλου διακυβέρνησης της Ελλάδας». Πρώτος πολιτικός του ένοικος ήταν ο Ανδρέας Παπανδρέου, το 1982, ενώ πριν την εγκατάσταση του γραφείου του πολιτικού στο κτήριο προηγήθηκε μια ευρεία ανακαίνιση, καθώς και αλλαγές στη διαρρύθμιση, κάτι που επαναλήφθηκε το 2004, ενόψει των Ολυμπιακών Αγώνων της Αθήνας.

Ο Πρωθυπουργός ως πόλος εξουσίας ισχυροποιήθηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1980, ενώ σύμφωνα με την επικρατούσα εικαζόμενη εκδοχή, το πρωθυπουργικό γραφείο μεταφέρθηκε από τη Βουλή στο νεοκλασικό της οδού Ηρώδου Αττικού 19 για να εμπεδωθεί από όλους η απομάκρυνση του επικεφαλής της κυβέρνησης από τις κοινοβουλευτικές «παρενοχλήσεις». Ο Κωβαίος αναφέρει ότι το Μέγαρο πρόκειται για έναν αρκετά δυσλειτουργικό χώρο, και ας χρησιμοποιείται ως κέντρο άσκησης της εξουσίας. Ενδεχομένως αυτή η αντίφαση να αποτελεί ορισμένες φορές την αιτία για τη δυσλειτουργία της όποιας κυβέρνησης.

Η Γιάννα Μπαλή, με τη σειρά της, αναπτύσσει περί του Προεδρικού Μεγάρου, στο οποίο ο κάθε ένοικος αφήνει το δικό του αποτύπωμα, από την εποχή κιόλας που σχεδιάστηκε για παλάτι από τον Τσίλερ, το 1868. Μπορεί οι αρμοδιότητες του Προέδρου της Δημοκρατίας να είναι εξαιρετικά περιορισμένες, ωστόσο ο χαρακτήρας και η προσωπικότητα του/της εκάστοτε Προέδρου καθορίζουν σημαντικά την πορεία τους στο ύπατο αξίωμα και κερδίζουν σε μικρό ή μεγαλύτερο βαθμό την αποδοχή των πολιτών..

Τα πρώτα χρόνια λειτουργίας του Προεδρικού Μεγάρου, οι καλεσμένοι ήταν ακόμη λίγοι και η ατμόσφαιρα φιλική, ενώ στην πορεία το κτήριο απέκτησε κοσμικό χαρακτήρα. Η Μπαλή απαριθμεί τις αλλαγές που διενεργήθηκαν στο Μέγαρο κατά τη διάρκεια των ετών, καθώς και ενδιαφέρουσες ιστορίες από γεγονότα που έλαβαν χώρα εντός των… τειχών του.

Σε κάθε περίπτωση, όπως υπογραμμίζει και η ίδια, το ότι ο πρώτος πολίτης της χώρας, ο αρχηγός του κράτους, δεν κατέχει εξουσίες δεν σημαίνει ότι ο ρόλος του υποτιμάται. «Η υποχρέωσή του να εφαρμόζει το Σύνταγμα και να εκφράζει το σύνολο των πολιτών είναι εξόχως σημαντική. Και εναπόκειται στον κάθε Πρόεδρο με τη στάση του, τη συμπεριφορά και το ήθος του να γράψει τη δική του ιστορία στο ύπατο αυτό αξίωμα», συμπληρώνει χαρακτηριστικά.

Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας γράφει, στη συνέχεια, για το Μέγαρο της Βουλής των Ελλήνων, στο οποίο, έως και τα μέσα της δεκαετίας του 1990, η είσοδος ήταν μια αρκετά απλοποιημένη διαδικασία, χαλαρή ως προς την τήρηση των μέτρων ασφαλείας, κάτι που στην πορεία έμελλε να αλλάξει σημαντικά. Ο δημοσιογράφος αναλύει περί των τροπολογιών, μιας ιδιαίτερα σημαντικής παθογένειας του ελληνικού κοινοβουλευτικού συστήματος. Όπως γράφει ο ίδιος, η πλειονότητα των 5.200 νομοσχεδίων των τελευταίων πενήντα ετών που ψηφίστηκαν από τη Βουλή των Ελλήνων, συχνά τις μεταμεσονύχτιες ώρες, περιλαμβάνουν κυκεώνα νομοθετικών ρυθμίσεων, που αφορούν εντελώς διαφορετικά μεταξύ τους θέματα. Ο ίδιος διερωτάται αν η Νομοθετική Εξουσία αποτελεί στην Ελλάδα τον θεσμό που έχει ισοδύναμη αξία με την Εκτελεστική και τη Δικαστική Εξουσία, που ενωμένες αποτελούν τον βασικό πυλώνα πάνω στον οποίο στηρίζονται οι κοινοβουλευτικές δημοκρατίες δυτικού τύπου. Δυστυχώς, κατά πώς φαίνεται, η κυβέρνηση προεξάρχει του Κοινοβουλίου. Το Σύνταγμα του 1975, καθιερώνοντας το πρωθυπουργοκεντρικό σύστημα, συνέβαλε στο να μετατραπεί η κοινοβουλευτική εξουσία σε «παρακολούθημα» της κυβερνητικής.


oi-topoi-tis-exousias.jpg?mtime=20250804133515#asset:560667



Στο επόμενο κεφάλαιο, δια χειρός Άγγελου Αθανασόπουλου, αναλύεται το Υπουργείο Εξωτερικών, συνυφασμένο χρονικά σχεδόν σε απόλυτο βαθμό με την ιστορία του σύγχρονου ελληνικού κράτους. Ο ίδιος υποστηρίζει ότι πρόκειται, από άποψη αντιλήψεων, για ένα συντηρητικό Υπουργείο, κάτι το οποίο μαρτυρά και το νεοκλασικό στο οποίο στεγάζεται, απέναντι από τη Βουλή των Ελλήνων, επί της οδού Βασιλίσσης Σοφίας. Είναι το ιστορικότερο κτήριο από τα συνολικά επτά στον αριθμό που στεγάζουν τις διάφορες υπηρεσίες του Υπουργείου. Από τις τάξεις του εν λόγω Υπουργείου πέρασαν στο παρελθόν εξέχουσες προσωπικότητες, όπως για παράδειγμα ο Γιώργος Σεφέρης, πρώτα διανοούμενος και ποιητής διεθνούς εμβέλειας και έπειτα υπάλληλος του Υπουργείου Εξωτερικών. Εξίσου σημαντικοί ο Άγγελος Βλάχος και ο Βύρων Θεοδωρόπουλος, που έκαναν κι εκείνοι το πέρασμά τους από το κτήριο. Ο Αθανασόπουλος αναλύει με μεστό και κατανοητό τρόπο ποιος ασκεί την εξωτερική πολιτική, σχολιάζοντας ότι η αποδυνάμωση του ρόλου του συγκεκριμένου Υπουργείου στη διαμόρφωση του πυρήνα των κυβερνητικών επιλογών στην εξωτερική πολιτική άρχισε ήδη να διαφαίνεται από τα μέσα της δεκαετίας του 1990 κι έπειτα.

Οι υπόλοιποι και υπόλοιπες δημοσιογράφοι κάνουν εκτενείς επίσης αναφορές σε κάθε είδους τόπους εξουσίας, όπως το Ξενοδοχείο Μεγάλη Βρεταννία, η Τράπεζα της Ελλάδος, η «Ελευθεροτυπία» και η «Καθημερινή», η έδρα της Νέας Δημοκρατίας στη Ρηγίλλης 18, του ΠΑΣΟΚ στη Χαριλάου Τρικούπη 50 και του ΚΚΕ, στη Λεωφόρο Ηρακλείου 145, στον Περισσό. Γράφουν, ακόμα, για το Χρηματιστήριο Αθηνών, το πρωθυπουργικό αεροπλάνο, τις κερκίδες των γηπέδων και τα Εξάρχεια. Καθένας από αυτούς, με σοβαρότητα και τρόπο γραφής που δεν κουράζει το αναγνωστικό κοινό, αλλά αντίθετα το καλεί με τη γλαφυρότητα να διαβάσει για κάθε αναμενόμενη ή μη τοποθεσία όπου ασκείται πολιτική, βάζει το δικό του λιθαράκι για να δημιουργηθεί ένα βιβλίο που αποδεικνύει ότι η εξουσία δεν ασκείται μόνο μέσω θεσμών και διαδικασιών. Όπως γράφει, εξάλλου, ο Ευάγγελος Βενιζέλος στο επίμετρο του αναγνώσματος, η εξουσία εγκαθίσταται, κατοικεί και αναπαράγεται σε «τόπους» που διαθέτουν οι ίδιοι πολιτικό κεφάλαιο, έχουν καταστεί σύμβολα και η χρήση τους μετέχει στη νομιμοποίηση της εξουσίας · μια διεργασία σύνθετη.

Οι αναγνώστες του βιβλίου καλούνται, τελικά, να αναρωτηθούν, ο καθένας μεμονωμένα, τι είναι εξουσία και με ποιους τρόπους αλλά και με ποια παρασκηνιακά πολιτικά παιχνίδια συχνά αυτή ασκείται.

Ο Ανδρέας Γιαννόπουλος έχει εργαστεί επί σειρά ετών και στις δύο πλευρές του ποταμού: στις επιχειρήσεις και στην πολιτική. Υπηρέτησε από θέση ευθύνης τη Βουλή των Ελλήνων στη δημιουργικότερη περίοδό της. Εργάστηκε ως στέλεχος Εταιρικών Υποθέσεων στην Παπαστράτος, θυγατρική εταιρεία της Philip Morris International. Έπειτα, ακολούθησε η μετοίκηση σε «νέες πολιτείες»: Βρυξέλλες και εν συνεχεία, Παρίσι. Σπούδασε Οικονομικές Επιστήμες και Διοίκηση Επιχειρήσεων και απέκτησε μεταπτυχιακό δίπλωμα στο Εφαρμοσμένο Μάρκετινγκ στη Γαλλία (Aix-en-Provence). Υπήρξε ιδρυτής δύο σημαντικών Δικτύων Ελλήνων στελεχών του ιδιωτικού τομέα στις Βρυξέλλες και στο Παρίσι (ΑΡΓΩ - ΔΙΚΤΥΟ ΕΛΛΗΝΩΝ ΒΡΥΞΕΛΛΩΝ και ΑΡΓΩ - ΔΙΚΤΥΟ ΕΛΛΗΝΩΝ ΠΑΡΙΣΙΟΥ), καθώς και των Βραβείων ΑΡΓΩ, όπως επίσης και της πρωτοβουλίας «The Greeks Are Back». Έχει γράψει δύο βιβλία με θέμα το lobbying κι ένα ακόμη, αυτό με ψευδώνυμο. Από το 2017, είναι επικεφαλής της εταιρείας Public Affairs and Networks.