Η μισθολογική ανισότητα στην Ε.Ε: Οι τάσεις και η εικόνα στην Ελλάδα
29/10/2025 | 08:00
07/11/2025 | 16:33
Οι Ευρωπαίοι εργαζόμενοι δεν πληρώνονται το ίδιο: Οι μισθολογικές ανισότητες στις περιφέρειες της ΕΕ είναι δίχως αμφιβολία ορατές. Η θέση της Ελλάδας επιδεινώνεται σημαντικά την τελευταία δεκαετία και σύμφωνα με τα στοιχεία στις τελευταίες θέσεις βρίσκεται το Βόρειο Αιγαίο και η Ήπειρος.
Παρά την ενοποίηση αγορών και πολιτικών, οι διαφορές μεταξύ των περιφερειών διευρύνονται, με τις ελληνικές περιοχές να συγκαταλέγονται στις πλέον υποαμειβόμενες της Ένωσης. Μια πραγματικότητα που δύσκολα μπορεί να αγνοηθεί.
Αυτό καταγράφει τελευταία μελέτη του ΚΕΠΕ, φωτίζοντας τις τάσεις σύγκλισης ή απόκλισης ανάμεσα στις περιοχές της Ευρώπης. Το αποτέλεσμα είναι σαφές: η ανισότητα όχι μόνο δεν μειώθηκε, αλλά εντάθηκε σημαντικά.
Η Ευρώπη των δύο ταχυτήτων
Σύμφωνα με τα ευρήματα, το χάσμα μεταξύ των «πλουσιότερων» και «φτωχότερων» περιφερειών παραμένει τεράστιο.
Στην κορυφή της κατάταξης βρίσκονται περιφέρειες όπως το Λουξεμβούργο, οι Βρυξέλλες, η Βαυαρία και η Ίλ ντε Φρανς, όπου ο μέσος ωριαίος μισθός το 2022 υπερέβαινε τα 45 ευρώ. Στον αντίποδα, σε αρκετές περιφέρειες της Βουλγαρίας, της Ρουμανίας και της Ελλάδας, οι αμοιβές κινούνται μεταξύ 6 και 9 ευρώ ανά ώρα.
Η ανισότητα αυτή διατηρείται παρά την οικονομική ανάπτυξη της ΕΕ και την ενίσχυση των διαρθρωτικών ταμείων. Το 2009 η αναλογία μεταξύ της πιο εύπορης και της πιο φτωχής περιφέρειας ήταν περίπου 5 προς 1, το 2022 ξεπερνά πλέον το 7 προς 1, αποκαλύπτοντας ότι η μισθολογική σύγκλιση παραμένει ζητούμενο.
Η θέση της Ελλάδας: Καθοδική πορεία
Η εικόνα για την Ελλάδα είναι ιδιαίτερα αποθαρρυντική, καθώς όλες οι ελληνικές περιφέρειες κατατάσσονται πλέον στο χαμηλότερο 20% της ευρωπαϊκής μισθολογικής κατάταξης.
Το Βόρειο Αιγαίο βρέθηκε στην 237η και τελευταία θέση της κατάταξης για το 2022, όταν το 2009 κατείχε την 202η. Η Ήπειρος, η Ανατολική Μακεδονία-Θράκη και η Δυτική Ελλάδα ακολουθούν, με μέσους μισθούς που κυμαίνονται μεταξύ 8 και 9 ευρώ ανά ώρα.
Ακόμη και η Αττική, η πιο ανεπτυγμένη περιφέρεια της χώρας, κατατάσσεται στην 165η θέση (από 128η το 2009), με μισθολογική υστέρηση περίπου 40% έναντι του ευρωπαϊκού μέσου όρου.
Συνολικά, μεταξύ 2009 και 2022, οι ελληνικές περιφέρειες έχασαν περίπου 40 θέσεις στην ευρωπαϊκή κατάταξη, ενώ ο πραγματικός μέσος μισθός μειώθηκε κατά 34% σε σταθερές τιμές. Πρόκειται για μία από τις χειρότερες επιδόσεις σε ολόκληρη την ΕΕ.
Αιτίες: κρίσεις, καθυστέρηση παραγωγικής αναδιάρθρωσης, χαμηλή προστιθέμενη αξία
Η έρευνα αποδίδει τη διεύρυνση του χάσματος σε ένα συνδυασμό παραγόντων: τη μακροχρόνια οικονομική ύφεση που βίωσε η Ελλάδα μετά το 2010, τη διαρθρωτική αδυναμία της παραγωγικής βάσης και τη χαμηλή παραγωγικότητα των μικρομεσαίων επιχειρήσεων που κυριαρχούν στην περιφέρεια.
Παράλληλα, η άνιση γεωγραφική κατανομή επενδύσεων και η περιορισμένη ανάπτυξη βιομηχανικών και τεχνολογικών δραστηριοτήτων εκτός Αττικής και Θεσσαλονίκης οδήγησαν σε έναν φαύλο κύκλο:
- χαμηλοί μισθοί που οδηγούν σε περιορισμένη κατανάλωση με αποτέλεσμα μια οικονομία χαμηλής ανάπτυξης με νέους χαμηλότερους μισθούς.
Την ίδια ώρα, η πανδημία και η ενεργειακή κρίση ήρθαν να ενισχύσουν αυτήν τη δυναμική, ενώ η συγκέντρωση θέσεων εργασίας σε τομείς χαμηλής ειδίκευσης (τουρισμός, λιανεμπόριο, υπηρεσίες) επιβράδυνε την ανάκαμψη των εισοδημάτων.
Ποιοι ανεβαίνουν – ποιοι μένουν πίσω
Αντιθέτως, περιφέρειες όπως η Πράγα, η Βαρσοβία και η Βουδαπέστη δείχνουν αξιοσημείωτη άνοδο, χάρη στη μεταφορά βιομηχανικών και τεχνολογικών δραστηριοτήτων από τη Δυτική Ευρώπη.
Αυτές οι οικονομίες, σημειώνει το ΚΕΠΕ, «κατάφεραν να συνδυάσουν την ελκυστικότητα για επενδύσεις με την ενίσχυση των πραγματικών αμοιβών».
Το αποτέλεσμα είναι ότι οι περιφέρειες της Κεντρικής Ευρώπης πλησιάζουν σταδιακά τον μέσο όρο της ΕΕ, ενώ οι μεσογειακές —και ιδίως οι ελληνικές— διολισθαίνουν σε σχέση με το σημείο εκκίνησης.
Η σημασία της περιφερειακής πολιτικής
Η μελέτη του ΚΕΠΕ υπογραμμίζει πως η μισθολογική ανισότητα δεν αποτελεί απλώς κοινωνικό πρόβλημα, αλλά και οικονομικό φρένο για την ευρωπαϊκή ανάπτυξη.
Οι χαμηλές αμοιβές οδηγούν σε «διαρροή ταλέντων», μειώνουν την κατανάλωση και εντείνουν τις μεταναστευτικές πιέσεις από την περιφέρεια προς τα αστικά κέντρα ή προς άλλες χώρες.
Από την πλευρά του το ΚΕΠΕ προτείνει στοχευμένες πολιτικές περιφερειακής ανάπτυξης, με έμφαση στην ενίσχυση της καινοτομίας, της βιομηχανίας και της κατάρτισης του ανθρώπινου δυναμικού. Παράλληλα, προτείνεται η ενίσχυση των συλλογικών διαπραγματεύσεων και η σύνδεση της αμοιβής με την παραγωγικότητα και την προστιθέμενη αξία.
Τι σημαίνουν όλα αυτά για την Ελλάδα
Όπως συμπεραίνει η μελέτη, η Ελλάδα έχει χάσει σημαντικό έδαφος όχι μόνο ως προς το επίπεδο των μισθών, αλλά και ως προς τη σχετική της θέση στον ευρωπαϊκό χάρτη. Η ανάκαμψη της οικονομίας μετά το 2021 δεν έχει ακόμη μεταφραστεί σε πραγματική αύξηση αμοιβών, ιδίως εκτός Αττικής.
Η αποκατάσταση των μισθών δεν είναι μόνο ζήτημα κοινωνικής δικαιοσύνης. Είναι προϋπόθεση για βιώσιμη ανάπτυξη και παραγωγική ανασυγκρότηση.
Όπως τονίζεται χαρακτηριστικά «η μείωση των περιφερειακών ανισοτήτων δεν μπορεί να βασίζεται στη συγκράτηση των μισθών, αλλά στην ενίσχυση της παραγωγικότητας και της καινοτομίας».
Ένα μήνυμα για την Ευρώπη του μέλλοντος
Η μελέτη του ΚΕΠΕ λειτουργεί ως καμπανάκι για την ΕΕ: οι οικονομικές ανισότητες στο εσωτερικό της δεν μειώνονται, παρά τις δεκαετίες κοινοτικών ενισχύσεων. Αντίθετα, δημιουργούν ένα νέο «σιωπηλό ρήγμα» που απειλεί τη συνοχή και τη βιωσιμότητα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης.
Για την Ελλάδα, η πρόκληση είναι διπλή: να αυξήσει τα εισοδήματα και ταυτόχρονα να διασφαλίσει ότι η ανάπτυξη θα φτάσει σε κάθε περιφέρεια.
Χωρίς μια ουσιαστική αναδιάρθρωση της οικονομίας και χωρίς στοχευμένες πολιτικές ενίσχυσης της απασχόλησης, η χώρα κινδυνεύει να παραμείνει στην «ουρά» της Ευρώπης των μισθών, καταλήγει η μελέτη.
Σχολιάστε