EΛΤΑ: Όταν η τεχνοκρατική διαχείριση χρειάζεται επικοινωνία
Ή αλλιώς, πώς να παίρνεις επώδυνες αποφάσεις και να διαχειρίζεσαι την κρίση
04/11/2025 | 13:50
04/11/2025 | 18:20
Η περίπτωση των ΕΛΤΑ είναι ένα κλασικό επιχειρηματικό πρόβλημα όταν καλείται ο manager να πάρει επώδυνες αποφάσεις. Θα πρέπει εκτός από την τεχνοκρατική διαχείριση να διαχειριστεί και το επικοινωνιακό κόστος, που πολλές φορές είναι πολλαπλάσιο.
Τα ΕΛΤΑ ήταν μια κρατική επιχείρηση... παλαιάς κοπής. Συνεχώς ζημιογόνα, αποθήκη «ημετέρων» και ανεξέλεγκτη για δεκαετίες. Τα ανώτερα στελέχη ήταν κυρίως κομματικά στελέχη που δεν έδιναν λογαριασμό για τις συνεχείς ζημιές και τις συνεχείς επιχορηγήσεις. Επίσης, το πελατολόγιο του κρατικού οργανισμού ολοένα και γήρασκε τις τελευταίες δεκαετίες. Τα τελευταία χρόνια, με την ανάπτυξη των ταχυμεταφορών, το πελατολόγιο ήταν κυρίως άνθρωποι μεγάλης ηλικίας και όσοι χρειάζονταν να μεταφέρουν –σχετικά φθηνά– δέματα. Την ίδια στιγμή, οι επιχορηγήσεις των ΕΛΤΑ τα τελευταία 5 χρόνια ξεπέρασαν τα 400 εκατ. ευρώ για την ορθή λειτουργία τους. Κεφάλαια που πήγαιναν κυρίως στο μισθολογικό κόστος. Παρά τις εθελουσίες εξόδους που έγιναν τα τελευταία χρόνια, τα ΕΛΤΑ μείωσαν μεν τις ζημιές αλλά παρέμειναν ζημιογόνα.
Κοστοβόρες αλλά αναγκαίες υπηρεσίες
Το χαρακτηριστικό τους ήταν ότι προσέφεραν υπηρεσίες κοστοβόρες αλλά αναγκαίες. Η διατήρηση ενός καταστήματος σε ένα ορεινό χωριό της Ηπείρου με πελάτες λίγους γέροντες ή σε ένα απομακρυσμένο νησί του Αιγαίου είχε σαφέστατα κόστος. Οι κυβερνήσεις το δέχονταν γιατί τα ΕΛΤΑ λειτουργούσαν ως μια δομή στήριξης της τοπικής κοινωνίας. Ακόμη και εάν δεν είχε κατάστημα και λειτουργούσε μέσα σε ένα μπακάλικο ή σε ένα καφενείο. Οι ντόπιοι αισθάνονταν την παρουσία ενός κρατικού φορέα που ήταν δίπλα τους -κοστοβόρο αλλά αναγκαίο.
Η επικοινωνιακή διαχείριση και ο λαϊκισμός των βουλευτών
Το επικοινωνιακό λάθος του management ήταν ότι δεν μετέφερε προς την κεντρική κυβέρνηση και τους ΟΤΑ, το πρόβλημα και τις προτεινόμενες λύσεις. Κινήθηκε αυτοβούλως με χρηματοοικονομικά κριτήρια, αγνοώντας τις παράπλευρες απώλειες (extranalities). Η αντίδραση των κατοίκων –όχι μόνο στην περιφέρεια αλλά και σε δήμους μέσα στην Αττική και την Θεσσαλονίκη- οδήγησε αρκετούς λαικιστές βουλευτές να διαμαρτυρηθούν προς το Μέγαρο Μαξίμου και με την σειρά του οδήγησε τον manager σε παραίτηση.
Μάθημα διαχείρισης των utilites
Σε ό,τι αφορά την επικοινωνιακή διαχείριση των ταχυδρομικών μεταφορών, θα έπρεπε:
- Να ενημερώσει πρώτα το Υπερταμείο και μετά την κυβέρνηση για τα προβλήματα του οργανισμού
- Να προτείνει συγκεκριμένα μέτρα προς διαβούλευση και προς τους πολιτικούς φορείς και προς τους επιχειρηματικούς φορείς και προς τους ΟΤΑ, ζητώντας τους να δώσουν τις δικές τους τιμολογημένες προτάσεις
- Να διαθέσει ένα σεβαστό χρόνο προκειμένου να ενημερώσει τους πολίτες για τις αλλαγές. Ουσιαστικά σύμφωνα με τις προτάσεις του management , τα ΕΛΤΑ θα λειτουργούσαν ως προσωπικές ταχυμεταφορές με μικρότερο κόστος αφού δεν θα είχαν αυξημένα κόστη διαχείρισης παγίων.
- Να βγει με τις προτάσεις στα μέσα (τηλεοράσεις, ραδιόφωνα, sites) για ένα εξάμηνο τουλάχιστον προκειμένου να πειστούν οι πολίτες ότι δεν θα είχαν πρόβλημα επικοινωνίας και εξυπηρέτησης.
- Να δώσει μια εναλλακτική επιλογή, πχ ιδιωτικοποίηση του οργανισμού ή μετατροπή του σε τράπεζα κατά τα πρότυπα του εξωτερικού (Γαλλία, Γερμανία, Αυστρία) ή ακόμη και το ‘σπάσιμο’ και τον διαχωρισμό εργασιών (το λεγόμενο spin off)
Επιλογές υπήρχαν, αλλά δεν υπήρχε το σωστό crisis management.
Οι βουλευτές οδήγησαν σε παραίτηση τον Σκλήκα
Ακολουθεί το κείμενο παραίτησης του διευθύνοντος συμβούλου των ΕΛΤΑ, κ. Γρηγόρη Σκλήκα, προς τον πρόεδρο του ΔΣ της εταιρείας:
«Από το 2023, αφήνοντας πίσω μια διεθνή καριέρα, αποδέχθηκα την πρόσκληση του Υπερταμείου και ευρύτερα της πατρίδας μας, να θέσω την εμπειρία μου στη Διοίκηση Επιχειρήσεων στην υπηρεσία της εξυγίανσης των Ελληνικών Ταχυδρομείων.
Τα τελευταία 2,5 χρόνια εργάστηκα με αποφασιστικότητα και στρατηγικό σχεδιασμό για την αντιμετώπιση των σύνθετων προκλήσεων του Οργανισμού, καθώς και της ραγδαίας φθίνουσας πορείας της ταχυδρομικής αγοράς, φαινόμενο που παρατηρείται διεθνώς και εντονότερα στη χώρα μας.
Στο πλαίσιο αυτό, μελέτησα διεθνή παραδείγματα και ήρθα σε επαφή με πρώην κρατικούς ταχυδρομικούς φορείς από την Ευρώπη και άλλες περιοχές, επιλέγοντας στρατηγικές προσαρμοσμένες στις ιδιαιτερότητες της ελληνικής αγοράς. Η στρατηγική μας περιλάμβανε την ανασύσταση μιας εγκαταλειμμένης επιχείρησης, με εξοπλισμό τριάντα ετών και ανεπαρκή ψηφιακή υποδομή, ώστε να μπορέσει να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις ενός εξαιρετικά ανταγωνιστικού περιβάλλοντος.
Παρά τις προσπάθειες, το βασικό πρόβλημα παραμένει: η απώλεια άνω του 90% του επιστολικού έργου δεν συνοδεύτηκε από αντίστοιχη προσαρμογή των δομών και του κόστους λειτουργίας, με αποτέλεσμα ο Οργανισμός να παραμένει οικονομικά μη βιώσιμος, παρά το γεγονός ότι θα έπρεπε να λειτουργεί με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια ήδη από το 2013.
Μέρος αυτής της προσπάθειας αποτέλεσε και το σχέδιο απομείωσης υπολειτουργούντων καταστημάτων, το οποίο θεωρώ απαραίτητο για τη διασφάλιση της βιωσιμότητας και της συνέχισης λειτουργίας του Οργανισμού. Αν το σχέδιο αυτό δεν εφαρμοστεί, εκτιμώ ότι σε σύντομο χρονικό διάστημα θα τεθεί σε κίνδυνο η ρευστότητα και η δυνατότητα καταβολής μισθών στους εργαζομένους.
Ωστόσο, οι πρόσφατες αντιδράσεις από διάφορες πλευρές — και κυρίως από Βουλευτές εκπροσωπώντας τις περιφέρειές τους — με οδηγούν στο συμπέρασμα ότι ο αναγκαίος διάλογος για την εφαρμογή του σχεδίου αυτού καθίσταται εξαιρετικά δυσχερής. Για τον λόγο αυτό, παρακαλώ να αποδεχθείτε την παραίτησή μου από τη θέση του Διευθύνοντος Συμβούλου των Ελληνικών Ταχυδρομείων.
Η απόφασή μου αυτή δεν αποτελεί απλώς μια τυπική αποχώρηση, αλλά ένα σαφές μήνυμα: μετά από χρόνια διεθνούς σταδιοδρομίας, δεν αντιμετωπίζω τις θέσεις ως αυτοσκοπό, αλλά ως ευκαιρία προσφοράς. Πρόκειται για ζήτημα προσωπικής και επαγγελματικής ταυτότητας.
Εννοείται ότι παραμένω στη διάθεση της διάδοχης κατάστασης, για κάθε υποστήριξη που ενδεχομένως απαιτηθεί. Χαιρετώ με εκτίμηση και ευγνωμοσύνη τους συνεργάτες, συναδέλφους και το ευρύτερο κοινό με το οποίο είχα την τιμή να συνεργαστώ — ήταν το ισχυρότερο καύσιμο σε αυτή την απαιτητική πορεία των τελευταίων 2,5 ετών».
Σχολιάστε