Fit for Green

Τροφή χωρίς εκπομπές αερίων θερμοκηπίου; Δυστυχώς, δε γίνεται

Η EAT-Lancet Commission αποκαλύπτει: Ο αγροδιατροφικός τομέας δεν μπορεί να φτάσει το net zero

Κοινοποιήστε

Σχολιάστε

Διαβάζεται σε 2 λεπτά

Τροφή χωρίς εκπομπές αερίων θερμοκηπίου; Δυστυχώς, δε γίνεται

Στην παγκόσμια συζήτηση για το κλίμα, υπάρχει μία αλήθεια που προκαλεί τεράστια ανησυχία στην επιστημονική κοινότητα: ακόμη και αν κάθε τομέας της οικονομίας καταφέρει να μηδενίσει τις εκπομπές του, πράγμα δύσκολο, η παραγωγή τροφίμων δεν θα μπορέσει ποτέ να γίνει εντελώς «καθαρή».

Αυτό είναι το συμπέρασμα της νέας έκθεσης της EAT-Lancet Commission, που παρουσιάστηκε στα μέσα του Οκτωβρίου και έγινε πρωτοσέλιδο στους Financial Times με τον χαρακτηριστικό τίτλο “Feeding the world will never be emissions free”.

Ποια είναι αυτή η επιτροπή; Η EAT-Lancet είναι μια επιστημονική πρωτοβουλία που ανέπτυξε την «Πλανητική Δίαιτα Υγείας», ένα πλαίσιο για ένα υγιές, βιώσιμο και δίκαιο σύστημα τροφίμων. Η έκθεση της Επιτροπής για το 2025 επικαιροποιεί προηγούμενα ευρήματα, εστιάζοντας σε δίαιτες πλούσιες σε φυτικές ίνες με μέτρια πρόσληψη ζωικών προϊόντων και παρέχοντας έναν οδικό χάρτη για τη σίτιση ενός αυξανόμενου παγκόσμιου πληθυσμού εντός των περιβαλλοντικών ορίων. Η έκθεση εξετάζει νέα στοιχεία σχετικά με τον αντίκτυπο των συστημάτων τροφίμων στα πλανητικά όρια και τη διατροφική δικαιοσύνη.

Η έκθεση, προϊόν συνεργασίας δεκάδων επιστημόνων από περισσότερες από 30 χώρες, επαναφέρει στο προσκήνιο μια ρεαλιστική – και ίσως δυσάρεστη – διαπίστωση: Ο τρόπος με τον οποίο παράγουμε, μεταφέρουμε και καταναλώνουμε τροφή συνδέεται αναπόφευκτα με εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου. Το ζητούμενο, λοιπόν, δεν είναι να φανταστούμε έναν «μηδενικό» αγροδιατροφικό τομέα, αλλά να μειώσουμε όσο γίνεται το αποτύπωμα του, χωρίς να θέσουμε σε κίνδυνο την επάρκεια και τη διατροφική ασφάλεια του παγκόσμιου πληθυσμού.

Η παραγωγή τροφίμων: ένας αναπόφευκτα «ανθρακικός» τομέας

Σύμφωνα με τα στοιχεία της έκθεσης, το παγκόσμιο σύστημα τροφίμων ευθύνεται ήδη για περίπου το 30% των συνολικών εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου. Από τις γεωργικές εισροές και τα λιπάσματα, έως τη μεταποίηση, τη συσκευασία, τη μεταφορά και τη λιανική πώληση, κάθε στάδιο της αλυσίδας έχει ένα ενεργειακό και περιβαλλοντικό κόστος.

Οι ειδικοί της EAT-Lancet Commission υποστηρίζουν ότι, ακόμη και με την εφαρμογή των πιο προηγμένων τεχνολογιών – όπως ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, αγροοικολογικές πρακτικές, αναγεννητική γεωργία και ψηφιακή παρακολούθηση – θα παραμείνει ένα «υπολειμματικό» αποτύπωμα εκπομπών που δεν μπορεί να εξαλειφθεί εντελώς.

Αυτό σημαίνει ότι ο στόχος του net zero για το 2050, όπως έχει τεθεί για πολλούς τομείς της οικονομίας, δεν είναι ρεαλιστικός για τα τρόφιμα. Αντίθετα, χρειάζεται μια ολιστική στρατηγική μετασχηματισμού, που θα περιορίζει τις εκπομπές εκεί όπου είναι εφικτό, θα βελτιώνει τη βιωσιμότητα της παραγωγής και θα προωθεί πιο υγιεινές, φυτοκεντρικές διατροφές.

Ο Johan Rockström, Σουηδός επιστήμονας, παγκοσμίως αναγνωρισμένος για το έργο του αναφορικά με θέματα βιωσιμότητας και συν-πρόεδρος της Επιτροπής, δήλωσε σχετικά στο Associated Press: «Αν δεν αλλάξουμε πορεία και δεν απομακρυνθούμε από το μη βιώσιμο διατροφικό μοντέλο στο οποίο βρισκόμαστε σήμερα, θα αποτύχουμε στην ατζέντα για το κλίμα. Θα αποτύχουμε στην ατζέντα για τη βιοποικιλότητα. Θα αποτύχουμε στην επισιτιστική ασφάλεια. Θα αποτύχουμε σε τόσους πολλούς τομείς».

Ο Johan Rockström, συν-πρόεδρος της Επιτροπής EAT-Lancet Commission

Ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο για τη διατροφή

Η έκθεση επαναφέρει την έννοια του «Planetary Health Diet», που είχε παρουσιαστεί για πρώτη φορά το 2019. Πρόκειται για ένα διατροφικό μοντέλο που προτείνει δραστικό περιορισμό του κόκκινου κρέατος και των υπερ-επεξεργασμένων τροφίμων, και μεγαλύτερη κατανάλωση φυτικών πρωτεϊνών, οσπρίων, φρούτων και λαχανικών.

Ωστόσο, η φετινή ανανεωμένη έκδοση προχωρά πιο πέρα: συνδέει τη διατροφή με τη δικαιοσύνη, την πρόσβαση και την ανθεκτικότητα. Επισημαίνει ότι το 30% του πιο εύπορου τμήματος του πλανήτη ευθύνεται για πάνω από 70 % των περιβαλλοντικών επιπτώσεων της παγκόσμιας κατανάλωσης τροφίμων. Η ανισότητα, επομένως, δεν είναι μόνο οικονομική – είναι και οικολογική.

Τί σημαίνει αυτό; Ότι αναζητείται ένα «νέο κοινωνικό συμβόλαιο για τη διατροφή», όπου οι πολιτικές τροφίμων, γεωργίας και υγείας θα σχεδιάζονται από κοινού σε παγκόσμιο επίπεδο.

Από κόστος σε ευκαιρία

Ένα από τα πιο ενδιαφέροντα ευρήματα της έκθεσης είναι η οικονομική αποτίμηση του μετασχηματισμού: η μετάβαση σε ένα βιώσιμο σύστημα τροφίμων θα μπορούσε να αποφέρει παγκοσμίως έως και 5 τρισεκατομμύρια δολάρια ετησίως σε καθαρά οφέλη, με απαιτούμενη επένδυση που εκτιμάται μεταξύ 200 και 500 δις. Δολαρίων ετησίως.

Με άλλα λόγια, η βιωσιμότητα δεν είναι απλώς «κόστος», αλλά επένδυση σε μακροπρόθεσμη σταθερότητα. Οι εκπομπές και η υποβάθμιση των φυσικών πόρων έχουν ήδη οικονομικό τίμημα μέσω της απώλειας παραγωγικότητας, των ακραίων καιρικών φαινομένων και της επιβάρυνσης των συστημάτων υγείας.

Λιγότερη σπατάλη, περισσότερη διαφάνεια

Όπως ανέφερε στη Le Monde η Shakuntala Haraksingh Thilsted, συν-πρόεδρος της Επιτροπής: «Τα ευρήματά μας καθιστούν σαφές ότι η μεταμόρφωση του συστήματος τροφίμων πρέπει να υπερβεί την απλή παραγωγή επαρκών θερμίδων. Πρέπει να διασφαλίζει το δικαίωμα στην τροφή, τη δίκαιη εργασία και ένα υγιές περιβάλλον για όλους τους ανθρώπους».

Η Shakuntala Haraksingh Thilsted, συν-πρόεδρος της Επιτροπής EAT-Lancet Commission

Η EAT-Lancet Commission προτείνει μια σειρά μέτρων πολιτικής που μπορούν να εφαρμοστούν σε διεθνές και εθνικό επίπεδο:

  • Μείωση της σπατάλης τροφίμων κατά τουλάχιστον 50% έως το 2040.
  • Ανακατεύθυνση επιδοτήσεων από ενεργοβόρες ή επιβλαβείς παραγωγές προς πρακτικές φιλικές στο περιβάλλον.
  • Σήμανση προϊόντων με πληροφορίες για το περιβαλλοντικό τους αποτύπωμα.
  • Φορολόγηση υπερ-επεξεργασμένων ή ανθυγιεινών προϊόντων, ώστε να αποθαρρυνθεί η υπερκατανάλωση.
  • Επένδυση στην εκπαίδευση και στην πρόσβαση σε βιώσιμα τρόφιμα για όλες τις κοινωνικές ομάδες.

Σύμφωνα με την έκθεση η μετάβαση αυτή δεν μπορεί να επιτευχθεί μόνο μέσω της τεχνολογίας. Χρειάζεται πολιτική βούληση, συντονισμένη δράση και συμμετοχή όλων των εμπλεκομένων — από τους αγρότες και τις επιχειρήσεις, έως τους καταναλωτές και τις κυβερνήσεις.